Βδομάδα προς βδομάδα τα γεγονότα μιας συγκλονιστικής Ελληνικής Άνοιξης
Στις 25 Γενάρη 2025 συμπληρώνονται 10 χρόνια από την συγκλονιστική εκλογική ήττα της Διεθνούς Ολιγαρχίας που στην Ελλάδα εκπροσωπείτο επάξια από το Μνημονιακό μπλοκ. Έξι μήνες μετά, το ίδιο βράδυ που ο λαός τίμησε εκείνη την πρωτοφανή ρήξη με ποσοστό 62% στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2025, η Συνθηκολόγηση και η μετέπειτα Προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στην Διεθνή Ολιγαρχία επανέφερε στα «πράγματα» το κατεστημένο που ηττήθηκε τόσο την 25η Γενάρη όσο κι εκείνο το βράδυ. Από τότε, το κατεστημένο πασχίζει, με απύθμενο ρεβανσισμό και μαύρη προπαγάνδα, να δαιμονοποιήσει εκείνη την μοναδική στιγμή που τρόμαξε τόσο πολύ αντικρύζοντας έναν ταλαιπωρημένος λαό που έπαψε να το ακούει.
Τιμώντας εκείνη την κορυφαία στιγμή Ελπίδας, Προοπτικής και Αντίστασης, και τον γενναίο λαό που την έφερε, για τους επόμενους έξι μήνες θα δημοσιεύω εδώ, μια φορά την εβδομάδα, αποσπάσματα από το βιβλίο μου ΑΝΙΚΗΤΟΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ που θυμίζουν και αναλύουν τι συνέβη ακριβώς 10 χρόνια πριν, στην διάρκεια της ανεπανάληπτης εκείνης Ελληνικής Άνοιξης.
Ξεκινώ σήμερα, μερικές ημέρες πριν την 10η Επέτειο από την νίκη του τότε ΣΥΡΙΖΑ επί του Μνημονιακού μπλοκ, με την απάντηση στο βασικό ερώτημα που τίθεται από αντιπάλους και συνοδοιπόρους: Ήταν μονόδρομος η Συνθηκολόγηση; Υπήρχε εναλλακτική; Η πιο κάτω απάντηση περιέχεται στον Πρόλογο του ΑΝΙΚΗΤΟΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ)
Ήταν μονόδρομος η Συνθηκολόγηση; Υπήρχε εναλλακτική;
Η Ελλάδα, από τη στιγμή που το κράτος πτώχευσε το 2010, ήταν αντιμέτωπη με τρεις πιθανές καταστάσεις:
-
Πρώτον, τη χρεοδουλοπαροικία, στο πλαίσιο της οποίας ζούμε από τότε υπό τον ζυγό μη βιώσιμων δανείων, μόνιμης λιτότητας και δίνης ύφεσης-χρέους-ακρίβειας.
-
Δεύτερον, ένα Grexit, που θα ερχόταν είτε εξ ατυχήματος είτε λόγω πολιτικής απόφασης των δανειστών ή των Αθηνών.
-
Τρίτον, μια βιώσιμη συμφωνία βασισμένη στην αναδιάρθρωση του χρέους, εντός του ευρώ.
Το εάν η αντίσταση της Άνοιξης του 2015 ήταν μάταιη ή όχι εξαρτάτο από το εάν θεωρούσαμε την έξοδο από το ευρώ χειρότερη προοπτική από τη μονιμοποίηση της χρεοδουλοπαροικίας μέσω 3ου μνημονίου.
Ο λόγος για τον οποίο οι μνημονιακές κυβερνήσεις δεν είχαν καμία ελπίδα να εξασφαλίσουν τη βιώσιμη συμφωνία είναι ότι εξόρκιζαν το Grexit και προέκριναν αντ’ αυτού, και χωρίς δεύτερη συζήτηση, την παραμονή της χώρας σε καθεστώς μόνιμης χρεοδουλοπαροικίας.
Γνωρίζοντας ότι οι μνημονιακές κυβερνήσεις αντιμέτωπες με το Grexit θα έλεγαν «ναι σε όλα», οι δανειστές δεν είχαν παρά να τις σπρώξουν στα πρόθυρα του Grexit ώστε να αντηχήσει το «ναι σε όλα» στην Ολομέλεια και στους διαδρόμους της Βουλής μας.
Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο, από την πρώτη μέρα που συνάντησα τον Αλέξη Τσίπρα, το μήνυμά μου ήταν ότι, για να αξίζει τον κόπο να πάρει τα κλειδιά του Μαξίμου, έπρεπε να φοβάται τη μονιμοποίηση της χρεοδουλοπαροικίας μας (δηλαδή το 3ο μνημόνιο) περισσότερο απ’ ό,τι φοβόταν το Grexit: Μόνο έτσι υπήρχαν πιθανότητες για την πολυπόθητη βιώσιμη συμφωνία χωρίς Grexit! Μόνο έτσι δε θα μπλόφαρε λέγοντας στους δανειστές ότι τα μνημόνια τελείωσαν.
Γιατί; Επειδή αν πραγματικά προτιμάς το Grexit από το 3ο μνημόνιο, μόνο τότε δεν είναι μπλόφα να λες ότι, βρέξει χιονίσει, δεν υπογράφεις 3ο μνημόνιο! Κι οι δανειστές; Θα ενέδιδαν ποτέ στην απαίτηση για σοβαρή και έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους (προαπαιτούμενο για βιώσιμη συμφωνία); Ναι, εφόσον ταυτόχρονα:
(α) γνώριζαν ότι, αντιμέτωποι με το δίλημμα Grexit ή συνθηκολόγηση (και αποδοχή της χρεοδουλοπαροικίας), εμείς προτιμούσαμε το Grexit
(β) έκριναν ότι ένα Grexit θα τους κόστιζε τελικά (σε οικονομικούς και πολιτικούς όρους) πιο πολύ από το να ενδώσουν στη σοβαρή και έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους την οποία απαιτούσε η επιθυμητή βιώσιμη συμφωνία.
Συνοπτικά, στη Μνημονιακή Ελλάδα υπήρχαν τρεις βασικές απόψεις- θέσεις – τις οποίες αποτυπώνει ο πιο κάτω πίνακας:
(α) Η πεποίθηση του Μνημονιακού τόξου ότι η παραμονή στο ευρώ άξιζε τα ισόβια στη φυλακή οφειλετών στην οποία μας έβαλε η τρόικα.
(β) Η πεποίθηση των θιασωτών της δραχμής ότι βιώσιμη συμφωνία εντός ευρώ δεν μπορεί να υπάρξει και, συνεπώς, το Grexit είναι η μόνη εναλλακτική στη χρεοδουλοπαροικία.
(γ) Η μεσαία οδός (που νόμισα ότι ήταν κοινός τόπος μου με τον Αλέξη Τσίπρα και την ηγετική ομάδα του Σύριζα) η οποία μπορούσε να μας οδηγήσει σε βιώσιμη συμφωνία εντός της ευρωζώνης εφόσον εμείς θεωρούσαμε ό,τι χειρότερο το 3ο μνημόνιο και οι δανειστές φοβόντουσαν πιο πολύ το περίπου 1 τρισ. ευρώ που θα κόστιζε το Grexit απ’ ό,τι το πολιτικό κόστος του «να τα βρουν» με μια ελληνική κυβέρνηση της Αριστεράς.
Ιδού λοιπόν το κλειδί της ερώτησης: «Ήταν μάταιη η διαπραγμάτευση;» Εφόσον προτιμούσαμε το Grexit από το 3ο μνημόνιο, όχι, δεν ήταν μάταιη. Αυτός άλλωστε ήταν ο λόγος για τον οποίο το σύνθημα με το οποίο κερδίσαμε τις εκλογές του Γενάρη 2015 ήταν: «Συμφωνία βιώσιμη μέσα στο ευρώ, αλλά όχι όλα για το ευρώ!» Κατεβήκαμε στις εκλογές (τουλάχιστον έτσι νόμισα) αποφασισμένοι να καταδείξουμε στους δανειστές την ειλικρινή μας διάθεση να εργαστούμε για την επίτευξη έντιμης επίλυσης του ελληνικού ζητήματος διαμηνύοντάς τους, παράλληλα, ότι –ενώ δεν απειλούμε με Grexit– ήμασταν έτοιμοι, ακόμα κι εάν εκείνοι μας απειλούσαν με Grexit, να απαντήσουμε σε επιθετικές τους κινήσεις (π.χ. κλεισίματος των ελληνικών τραπεζών) με ανάλογα και εύλογα αντίποινα (κούρεμα ομολόγων SMP της ΕΚΤ, ενεργοποίηση παράλληλου συστήματος πληρωμών κτλ.).
Δυστυχώς, μετά την συνθηκολόγηση, ακούμε και διαβάζουμε καλοπροαίρετους σχολιαστές, ακόμα και πολλούς που διάκεινται επικριτικά απέναντι στην επιλογή Τσίπρα να ενδώσει στην τρόικα, και να αποκαλέσει την Ελληνική Άνοιξη «αυταπάτη», οι οποίοι αναρωτιούνται: «Και τι να έκανε όταν κατάλαβε ότι ο εχθρός [σημ.: εννοούν τον Σόιμπλε] επιζητούσε την εφαρμογή της απειλής μας, του Grexit; Να αποδεχόταν την καταστροφή που θα έφερνε το Grexit; Να συνέχιζε να μπλοφάρει με τους δανειστές, όπως ο Βαρουφάκης;»
Δυστυχώς, η ήττα φαίνεται πως έφερε αμνησία ως προς το διακύβευμα της Άνοιξης, τους στόχους και τα μέσα μας!
Πολύ πριν κερδίσουμε τις εκλογές, προειδοποιούσα τον Αλέξη να μη διανοηθεί καν να μπλοφάρει απειλώντας μ’ ένα Grexit το οποίο δεν είχε σκοπό να εφαρμόσει. Είχα μάλιστα γίνει και δυσάρεστος, καθώς, από το 2012, επέμενα ότι, την επομένη των εκλογών τις οποίες θα κέρδιζε, θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια τρόικα που θα τον έσπρωχνε τεχνηέντως στο χείλος του Grexit, ώστε να διαπιστώσουν οι δανειστές αν εννοούσε αυτά που έλεγε.
Πρόσθετα μάλιστα ότι η βιωσιμότητα της Ελλάδας εντός του ευρώ απαιτούσε από εκείνον, εκείνη τη στιγμή, να προτιμήσει το επαπειλούμενο Grexit από τη συνθηκολόγηση. Μόνον τότε μπορεί να υποχωρούσαν, δίνοντας στη χώρα τις ανάσες που χρειαζόταν, και άξιζε, εντός της ευρωζώνης.
Είχα δίκιο όμως, το 2012, ή το 2015, ότι η βίαιη έξωσή μας από το ευρώ ήταν, παρά το τεράστιο κόστος της, προτιμότερη από τη συνέχιση των μνημονίων και του καθεστώτος χρεοδουλοπαροικίας που αυτά μας επιβάλλουν;
Το σχετικό κόστος του Grexit
Το μέγα ερώτημα ήταν το εξής: Τι θα ήταν καλύτερο τον Ιούλιο του 2015; Ένα Grexit, το οποίο δε θέλαμε; Ή το 3ο μνημόνιο, εναντίον του οποίου εξεγερθήκαμε;
Η απάντηση απλή: Το Grexit!
Ναι, το κόστος θα ήταν σημαντικό. Το 2012 είχα μάλιστα χρησιμοποιήσει ακραίες εκφράσεις, λέγοντας ότι ένα Grexit θα μας πήγαινε πίσω στη νεολιθική εποχή. Όμως από τότε επέμενα: Αν δεν ήμασταν διατεθειμένοι να πούμε «όχι» σε νέα μνημονιακά δάνεια, ακόμα και υπό την απειλή του Grexit, η τρόικα θα συνέτριβε τη χώρα αφήνοντάς την εκτεθειμένη σε ένα μελλοντικό Grexit το οποίο θα ερχόταν όταν και εάν θα συνέφερε τους δανειστές, και με τη χώρα σμπαραλιασμένη. Όπερ και εγένετο! (Βλ. παρακάτω το γράφημα όπου φαίνεται η ραγδαία πτώση των εισοδημάτων την περίοδο 2012-2015.)
Η διακύμανση του τριμηνιαίου ελληνικού εθνικού εισοδήματος σε ευρώ για την περίοδο 2007-2017 – με τη συμπαγή γραμμή να καταδεικνύει τον κινούμενο μέσο όρο (διάρκειας ενός έτους) [στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ, επικαιροποιημένα τον Σεπτέμβριο του 2017]. Οι δύο διακεκομμένες χρονοσειρές αποτελούν εκτιμήσεις (μία ουδέτερη και μία απαισιόδοξη) του μέσου όρου του ΑΕΠ μετά από ένα Grexit τον Ιούλιο του 2015. Οι εκτιμήσεις βασίζονται σε προβολές επί των ελληνικών μακροοικονομικών δεδομένων έξι επεισοδίων σπασίματος σταθερών νομισματικών ισοτιμιών (Βρετανία 1931, 1992, Ιταλία 1992, Μεξικό 1994, Βραζιλία 1999, Αργεντινή, 2002), λαμβανομένης υπ’ όψιν της προϋπάρχουσας εσωτερικής υποτίμησης (ιδίως στην περίπτωση της Ελλάδας).